Dicts.info 

English to Greek dictionary / Αγγλικό - ελληνικό λεξικό

    Look up:      


world


world κόσμος (m) (kósmos)
workers of the world, unite προλετάριοι όλου του κόσμου, ενωθείτε! (proletárii ólu tu kósmu, enothíte!), προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε! (proletárii ólon ton chorón, enothíte!)
world war παγκόσμιος πόλεμος (m) (pagkósmios pólemos)


Privacy policy   Disclaimer   Terms of use  
Copyright © 2003-2024 Dicts.info.