world κόσμος (m) (kósmos) workers of the world, unite προλετάριοι όλου του κόσμου, ενωθείτε! (proletárii ólu tu kósmu, enothíte!), προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε! (proletárii ólon ton chorón, enothíte!) world war παγκόσμιος πόλεμος (m) (pagkósmios pólemos)
|