martial art πολεμικές τέχνες art τέχνη (f) artery αρτηρία (f) (artiría) article άρθρο (árthro) article άρθρο (n) (árthro) definite article οριστικό άρθρο (n) (oristikó árthro) artichoke αγκινάρα (f) (aginara) artificial τεχνητός (m) (tekhnitós) artificial intelligence τεχνητή νοημοσύνη (f) (technití noimosýni) artist καλλιτέχνης (m) (kallitéchnis); δημιουργός (m)
| αρτηρία (f) (artiría) artery λεωφόρος (leofóros); αστική οδική αρτηρία (astikí oðikí artiría) avenue
|